Η Θεσσαλονίκη, σημαντική πόλη του μακεδονικού βασιλείου ιδρυμένη από τον Κάσσανδρο το 315 π.Χ., υπήρξε σε όλη τη μακρά ιστορική διαδρομή της έως σήμερα ένα αξιόλογο αστικό κέντρο.
Στα ρωμαϊκά χρόνια αναδεικνύεται σε πλούσια κοσμοπολίτικη πόλη με ανεπτυγμένο εμπόριο και καλλιτεχνική παραγωγή. Τα τείχη της φτάνουν μέχρι τη θάλασσα, το κέντρο της κοσμείται με λαμπρά οικοδομήματα, και οι εύποροι Θεσσαλονικείς χτίζουν μεγαλοπρεπείς αστικές επαύλεις. Ο πλούτος της πόλης και η οικοδομική δραστηριότητα δίνουν ώθηση σε πολλούς τομείς της τέχνης, όπως είναι οι ψηφιδωτές διακοσμήσεις των δαπέδων. Ψηφιδωτά δάπεδα συναντούμε σε όλη τη διάρκεια των ρωμαϊκών αυτοκρατορικών χρόνων (τέλη 1ου αιώνα π.Χ. – 4ος αιώνας μ.Χ.) και σε κάθε είδους αρχιτεκτόνημα: δημόσια κτίρια και ανάκτορα, αγορές, λουτρά, επαύλεις ή οικίες, θρησκευτικά κτίρια. Οι ανασκαφές στον αστικό ιστό της πόλης έχουν φέρει στο φως έναν μεγάλο αριθμό από εντυπωσιακά ψηφιδωτά δάπεδα. Στη δράση αυτή περιλαμβάνονται ψηφιδωτά που χρονολογούνται τον 3ο αιώνα μ.Χ. με, κυρίως, εικονιστικές παραστάσεις.
Η Συλλογή Ψηφιδωτών του Αρχαιολογικού Μουσείου Θεσσαλονίκης αποτελείται από τμήματα ψηφιδωτών δαπέδων που εντοπίστηκαν σε ανασκαφές στην πόλη. Αυτά εκτίθενται στις εσωτερικές μόνιμες εκθέσεις και στην αναπαράσταση μιας ρωμαϊκής αστικής έπαυλης που αναπτύσσεται στον αύλειο χώρο του μουσείου, ενώ κάποια φυλάσσονται στις αποθήκες του. Για να γνωρίσεις κάποια από αυτά πάτησε στον σύνδεσμο.
Η υπαίθρια έκθεση του Μουσείου αναπαριστά μία πλούσια αστική έπαυλη της Θεσσαλονίκης των αυτοκρατορικών χρόνων (2ος–4ος αι. μ.Χ.). Για την υποθετική αναπαράσταση χρησιμοποιήσαμε αυθεντικά ή φωτογραφημένα ψηφιδωτά δάπεδα από ανασκαφές οικιών της πόλης, ανασυνθέσαμε τη διάταξη ενός σπιτιού και υποδηλώσαμε τις λειτουργίες των δωματίων του, βασισμένοι στα ανασκαφικά στοιχεία, από σπίτια και επαύλεις τη Θεσσαλονίκη, αλλά και από άλλες πόλεις του ρωμαϊκού κόσμου.
Οι επαύλεις της Θεσσαλονίκης, αν και δέχονται επιρροές από τη Ρώμη, συνεχίζουν τον τύπο των πλούσιων ελληνιστικών σπιτιών. Τα δωμάτια του σπιτιού, οι τραπεζαρίες (triclinia), τα υπνοδωμάτια (cubicula), ο χώρος υποδοχής των επισκεπτών (tablinum) αναπτύσσονται γύρω από μία εσωτερική αυλή με περιμετρική κιoνοστοιχία, το περιστύλιο.
Τα δωμάτια δεν είχαν σταθερή επίπλωση. Διαρρυθμίζονταν ανάλογα με τις ανάγκες των ενοίκων, το είδος των επισκεπτών και τον ιδιωτικό ή δημόσιο χαρακτήρα κάθε περίστασης.
Το τρικλίνιο είναι δωμάτιο που παίρνει το όνομά του από τις τρεις κλίνες που τοποθετούνταν στο εσωτερικό του δωματίου σε σχήμα «Π». Σ’ αυτές χωρούσαν να ξαπλώσουν και να φάνε συνολικά εννέα άτομα. Το μπροστινό τμήμα της τραπεζαρίας έμενε ελεύθερο για το σερβίρισμα του φαγητού από τους δούλους αλλά και για παραστάσεις και εκδηλώσεις που οργανώνονταν για τους καλεσμένους. Τα τρικλίνια, διακοσμημένα με ορθομαρμαρώσεις, τοιχογραφίες και ψηφιδωτά, ήταν χώροι επίδειξης πλούτου και καλού γούστου.