«Ἀνερρίφθω κύβος!» ή, όπως συνηθίζουμε να λέμε μέχρι και σήμερα «Ο κύβος ερρίφθη!», λέγεται ότι αναφώνησε ο Ιούλιος Καίσαρας στις 10 Ιανουαρίου του 49 π.Χ. και διέβη με τον στρατό του τη γέφυρα του ποταμού Ρουβίκωνα βαδίζοντας συντεταγμένα προς τη Ρώμη και προς την κατάλυση της ρωμαϊκής δημοκρατίας…
Αιώνες αργότερα, την άνοιξη του 1984, ένας μικρός οστέινος κύβος (ζάρι) ερχόταν στο φως στο κέντρο της Θεσσαλονίκης, στην οδό Μητσαίων 6, αμέσως ανατολικά της Αρχαίας Αγοράς (αρ. ευρ. ΜΘ 9958). Λόγω τύχης διατηρήθηκε ακέραιος και σε πολύ καλή κατάσταση. Δεν είναι μοναδικός στο είδος του, αντιθέτως, συγκεντρώνει όλα τα τυπικά χαρακτηριστικά ενός κανονικού κύβου. Είναι τετράγωνος, με πλευρά 0,019 μ. και, σύμφωνα με τον γενικό κανόνα, φέρει ανά πλευρά σήμανση διαφορετικού αριθμητικού μεγέθους, από το ένα έως το έξι, ώστε το άθροισμα των σημείων των απέναντι εδρών να είναι πάντοτε επτά. Τα σημεία αποδίδονται με εγχάρακτους διπλούς ομόκεντρους κύκλους που πλαισιώνουν κεντρική κυκλική βάθυνση, σε μια πιο περίτεχνη παραλλαγή των συνηθισμένων απλών εμπίεστων στιγμών.
Κύβοι, γνωστοί σήμερα ως ζάρια (από το μεσαιωνικό ὄζος, ὀζάριον = κομμάτι ξύλου ή το αραβικό az-zhar = κύβοι για παίξιμο), έχουν βρεθεί σε οικίες, ταφές και ιερά σε όλη τη λεκάνη της Μεσογείου. Η πατρότητα τους συχνά αποδίδεται στον βασιλιά της Εύβοιας, Παλαμήδη, ο οποίος, κατά την πολιορκία της Τροίας, εμπνεύστηκε και δίδαξε το παιχνίδι στους συμπολεμιστές του Αχαιούς, ώστε να περνούν ευχάριστα τον ελεύθερο χρόνο τους, μια «τερπνή γιατρειά της απραγίας» κατά τον Σοφοκλή.
Κατασκευάζονταν από ποικίλα υλικά, όπως μόλυβδο, οστό, γυαλί, χαλκό, χρυσό, ελεφαντόδοντο, ορεία κρύσταλλο, ήλεκτρο και διάφορα είδη λίθου. Οι κανονικοί κύβοι ήταν τετράγωνοι με έξι έδρες και ήταν αριθμημένοι από το ένα ως το έξι. Ωστόσο, έχουν βρεθεί και ορθογώνιοι, ρομβοειδείς ή πολύεδροι κύβοι με 18, 19 και 20 πλευρές, ενώ ενίοτε φέρουν σήμανση διαφορετική από τη συνηθισμένη.
Οι αρχαίες πηγές δίνουν συγκεχυμένες πληροφορίες, φαίνεται όμως ότι με τους κύβους παίζονταν αμιγώς τυχερά παιχνίδια με στόχο το κέρδος, τα οποία περιγράφονται με τον γενικό όρο κυβεία. Σπανιότερα, οι κύβοι χρησιμοποιούνταν και σε επιτραπέζια παιχνίδια στρατηγικής που παίζονταν με πούλια (πεσσούς), όπως είναι οι πέντε γραμμαί. Ενίοτε λειτουργούσαν και ως φυλαχτά αλλά και για την πρόβλεψη του μέλλοντος, με αποτέλεσμα να αναπτυχθεί η μέθοδος της κυβομαντείας.
Προστάτες των κυβευτών, δηλαδή των παικτών ζαριών, θεωρούνταν οι θεοί Ερμής και Παν. Ως κατεξοχήν τυχερό παιχνίδι, η κυβεία ήταν αντρική υπόθεση. Ασκούνταν σε ειδικούς, συνήθως κακόφημους, χώρους, αλλά και σε ιερά, αν και η κυβεία δεν συνδέθηκε ποτέ με τη θρησκεία. Σύντομα πήρε διαστάσεις επιδημίας, οδηγώντας πολλές φορές τους παίκτες σε απώλεια μεγάλων χρηματικών ποσών ή ακόμη και της ελευθερίας τους. Με το ίδιο πάθος επιδίδονταν σε αυτήν δούλοι, ελεύθεροι πολίτες, ευγενείς, αριστοκράτες, στρατηγοί, ακόμη και αυτοκράτορες. Ήδη από τη ρωμαϊκή και, στη συνέχεια, τη βυζαντινή εποχή μαρτυρούνται αυστηρές νομοθετικές ρυθμίσεις προκειμένου να περιοριστούν ή ακόμη και να απαγορευτούν η κυβεία και εν γένει τα τυχερά παιχνίδια.
Οι κύβοι, ωστόσο, διατήρησαν τη δυναμική τους στο πέρασμα των αιώνων, φτάνοντας αναλλοίωτοι στη μορφή και τη χρήση τους ως τις μέρες μας.
Μπορείτε να δείτε το έκθεμα στη μόνιμη έκθεση «Η Μακεδονία από τον 7ο αι. π.Χ. ως την ύστερη αρχαιότητα», στην προθήκη 21.